Horror Stories Event - Story VI - Τα τρύπια παπούτσια
Σε μία μικρή πόλη ζούσε ένας γέρος άνδρας, ο οποίος ήταν και ο πιο πλούσιος της περιοχής. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων δούλευε για αυτόν, με αποτέλεσμα κάθε του επιθυμία να ήταν διαταγή.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, ήταν η τσιγκουνιά του. Ήταν τόσο σπαγγοραμένος, που κυκλοφορούσε ρακένδυτος με τρύπια ρούχα και παπούτσια. Ο μόνος λόγος που θα άλλαζε ρούχα, θα ήταν επειδή είχαν λιώσει τελείως τα προηγούμενα και δεν φοριούνταν πλέον. Και φυσικά δεν αγόραζε καινούρια, παρά μόνο από δεύτερο χέρι, τα οποία ήταν και φθηνότερα.
Μία μέρα, λοιπόν, μπήκε στο μοναδικό κατάστημα υποδημάτων που υπήρχε στην πόλη. Στο ένα πόδι ήταν ξυπόλητος, ενώ στο άλλο φορούσε ένα παπούτσι από το οποίο τα δάχτυλα του ποδιού του έβγαιναν απ' έξω.
Ο τσαγκάρης γνωρίζοντάς τον καλά, έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι δεν είχε καθόλου μεταχειρισμένα παπούτσια. Ο γέρος ούτε που να τον ακούσει. Του ζητούσε επίμονα να ψάξει στην αποθήκη του. Ούτε λόγος βέβαια να αγοράσει καινούργια παπούτσια.
Εκνευρισμένος ο έμπορος πήγε στην αποθήκη του να ψάξει. Έψαχνε για αρκετή ώρα άλλα, όπως και ο ίδιος ήξερε καλά, δεν υπήρχαν μεταχειρισμένα παπούτσια πουθενά. Ήταν έτοιμος να επιστρέψει στον πελάτη του, όταν σε μία γωνία της αποθήκης παρατήρησε ένα σκονισμένο και γεμάτο ιστούς αράχνης μικρό σεντούκι.
Περίεργος, γιατί δεν θυμόταν αυτό το σεντούκι, πήγε και το άνοιξε. Μέσα υπήρχε ένα ζευγάρι από παλιά και γεμάτα τρύπες παπούτσια. Ικανοποιημένος που τα βρήκε, τα πήρε και τα πήγε στον πλούσιο άνδρα.
Τώρα, ξεκινούσε ένας ακόμα γύρος διαφωνίας με τους δύο άνδρες, μιας και ο γέρος θεωρούσε ότι ήταν πολύ ακριβή η τιμή που του πουλούσαν τα παπούτσια. Μην αντέχοντας άλλο ο καταστηματάρχης του τα έδωσε δωρεάν. Ο γέρος φανερά ικανοποιημένος φόρεσε τα παπούτσια του και βγήκε από το κατάστημα.
Αφού περπάτησε αρκετά, γύρισε στο σπίτι του. Προσπάθησε να βγάλει τα παπούτσια του, αλλά δεν μπορούσε. Έμοιαζαν σαν να είχαν κολλήσει στα πόδια του. Προσπάθησε να τα κόψει με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο, αλλά και πάλι δεν τα κατάφερε. Φανερά εκνευρισμένος σκεφτόταν ότι το επόμενο πρωινό θα πήγαινε να τα ψάλλει στον τσαγκάρη.
Ξαφνικά, ένιωσε έναν πόνο στα πόδια του. Περίεργος κοίταξε προς τα κάτω στα παπούτσια. Τρομαγμένος παρατήρησε πως οι τρύπες που υπήρχαν στα παπούτσια του είχαν μεταμορφωθεί σε στόματα με αιχμηρά δόντια, τα οποία είχαν μπηχτεί βαθιά μέσα στη σάρκα του. Εκείνος άρχισε να φωνάζει από τον πόνο, αλλά μιας και έμενε εντελώς απομακρυσμένα από την υπόλοιπη πόλη, κανένας δεν τον άκουσε.
Λίγες μέρες αργότερα, βρήκαν το πτώμα του ξυπόλητο ακριβώς έξω από το σπίτι του. Έμοιαζε να έχει χάσει όλο του το αίμα από το σώμα του, όμως δεν υπήρχαν εξωτερικά τραύματα πουθενά πάνω του...