Horror Stories Event - Story XV - Το παράθυρο

2023-10-15
created with Wombo Dream
created with Wombo Dream

Ήταν ένα βροχερό απόγευμα και εκείνος καθόταν αναπαυτικά δίπλα στο παράθυρο παρακολουθώντας τις πυκνές σταγόνες που έπεφταν. Το διαμέρισμά του ήταν δίπλα σε έναν από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, και επειδή ήταν ψηλά, είχε πολύ ωραία θέα.

Ήπιε μια καλή γουλιά από τον ζεστό καφέ που μόλις είχε φτιάξει και ύστερα άφησε το βλέμμα του περιπλανηθεί στα φώτα της αγαπημένης του πόλης.

Δεν ήξερε για πόση ώρα ήταν αφηρημένος αλλά, όταν βρήκε ξανά τη συγκέντρωσή του, κάτι είχε αλλάξει. Η βροχή είχε σταματήσει και η πόλη είχε εξαφανιστεί. Εκεί που από το παράθυρό του έβλεπε φωτισμένους δρόμους και σπίτια, τώρα αντίκριζε ένα απέραντο λιβάδι. Και ο μόνος φωτισμός που υπήρχε, ήταν το φως του φεγγαριού.

Ταραγμένος, σχεδόν κόλλησε το πρόσωπό του στο παράθυρο, προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε συμβεί. Το μόνο που είδε ήταν μία φιγούρα που φαινόταν να τρέχει, αρκετά μακριά του αλλά μέσα στο οπτικό του πεδίο. Κατάλαβε ότι ήταν άνθρωπος, όμως δεν μπορούσε να ξεχωρίσει κάποια άλλη λεπτομέρεια.

Ο άνθρωπος αυτός έμοιαζε να τρέχει για να ξεφύγει από κάτι. Αυτό το κάτι έγινε σύντομα αντιληπτό όταν ένα γιγαντιαίο πλάσμα ξεπρόβαλε από πίσω του. Με μεγάλους δρασκελισμούς έφθασε γρήγορα το θύμα του και με τα μακριά του χέρια βούτηξε τον δύστυχο άνθρωπο.

Το πλάσμα σταμάτησε να τρέχει. Έμεινε για λίγα λεπτά ακίνητο και ύστερα γύρισε απότομα το κεφάλι του προς το παράθυρο. Εκείνος ταράχτηκε και ο ζεστός καφές, που κρατούσε στα τρεμάμενα χέρια του, χύθηκε πάνω του.

Το τεράστιο πλάσμα ξεκίνησε να κατευθύνεται προς το μέρος του. Καθώς πλησίαζε, τα χαρακτηριστικά του έγιναν πιο εμφανή. Το δέρμα του είχε ένα σκούρο πρασινωπό χρώμα. Ήταν πολύ αδύνατο, ενώ διέθετε μία ελαφρώς καμπουριασμένη πλάτη. Τα δύο χέρια του ήταν δυσανάλογα μακριά για το σώμα του και κατέληγαν σε αιχμηρά νύχια.

Μόλις έφθασε στο παράθυρο, ο γίγαντας με τα τεράστια κίτρινα μάτια του περιεργάστηκε για λίγο αυτό που έβλεπε. Ύστερα, σήκωσε το χέρι του προς το κεφάλι του, άνοιξε το στόμα του, το οποίο περιείχε τρεις σειρές από κοφτερά δόντια, και έριξε μέσα τον άνδρα που είχε πιάσει προηγουμένως. Ξεκίνησε να μασουλάει το δείπνο του, ενώ αίματα και σάλια πετάγονταν πάνω στο τζάμι του παραθύρου.

Εκείνος είχε παγώσει από τον τρόμο του. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, πέρα από το να παρακολουθεί το απεχθές αυτό θέαμα. Και τότε είδε το πλάσμα να σηκώνει το ένα του χέρι και έπειτα να το απλώνει προς το παράθυρο. Εκείνος έκλεισε τα μάτια του και άρχισε να ουρλιάζει με όλη του τη δύναμη.

Δεν ήξερε πόση ώρα είχε περάσει ουρλιάζοντας όταν άνοιξε τα μάτια του. Τρομοκρατημένος έπιανε το σώμα του, διαπιστώνοντας ότι όλα ήταν εντάξει. Τότε, άκουσε τον ήχο της βροχής και η φασαρία της πόλης του ήταν και πάλι αισθητή. Κοίταξε την κούπα με τον καφέ του και είδε το ρόφημα να βρίσκεται ακόμα εκεί.

Ανακουφισμένος πως όλα αυτά που είδε ήταν ένα όνειρο, κοίταξε προς το παράθυρο. Όμως ο καφές του του έπεσε αμέσως από τα χέρια, μόλις παρατήρησε πιτσιλιές αίματος και σάλιων πάνω στο τζάμι.