Jikininki - Τα πτωματοφάγα φαντάσματα της Ιαπωνίας
Στις παραδόσεις της Ιαπωνίας , το Jikininki παρουσιάζεται ως πνεύμα που έχει ως επί το πλείστον ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Το δέρμα του εμφανίζεται σάπιο και σε αποσύνθεση, ενώ έχει μυτερά και κοφτερά δόντια για να μπορεί να ξεσκίζει τη σάρκα φρέσκων πτωμάτων.
Παραμονεύει δίπλα σε οικισμούς, μιας και οι άνθρωποι είναι η κύρια πηγή τροφής του. Κρύβεται σε εγκαταλελειμμένους ναούς, αρχαία ερείπια και ειδικότερα σε νεκροταφεία, όπου περιμένει να μεταφερθούν φρέσκα πτώματα. Δεν απολαμβάνει το να τρώει πτώματα, αλλά η πράξη αυτή ανακουφίζει προσωρινά τον πόνο της αιώνιας πείνας που νιώθει.
Η πιο διαδεδομένη ιστορία
Αιώνες πριν, ο Μουσό Σοσέκι, ένας βουδιστής μοναχός, χάθηκε μέσα στα βουνά της περιοχής Μίνο. Είχε σχεδόν βραδιάσει όταν είδε ψηλά στην κορυφή ενός λόφου ένα παλιό ερημητήριο (αnjitsu). Ανέβηκε ως την κορυφή για να ζητήσει φιλοξενία από τους ερημίτες μοναχούς. Μόλις έφτασε, διαπίστωσε ότι μονάχα ένας μοναχός ζούσε εκεί, ο οποίος αρνήθηκε κατηγορηματικά να τον φιλοξενήσει για το βράδυ. Τον παρότρυνε, όμως, να βρει φαγητό και στέγη σε ένα διπλανό χωριό, όχι πολύ μακριά από τον λόφο. Ο Μουσό, μην έχοντας άλλη επιλογή, ακολούθησε τις οδηγίες του ερημίτη και έφθασε στο χωριό ακριβώς την ώρα που ο ήλιος έδυε.
Ο γιος του αρχηγού του χωριού τον καλωσόρισε, του έκανε το τραπέζι και του παραχώρησε ένα δωμάτιο από το σπίτι του για να κοιμηθεί. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ο Μουσό ξύπνησε από τον νεαρό άνδρα. Τον ενημέρωσε ότι λίγες ώρες πριν έρθει στο χωριό, ο πατέρας του και αρχηγός του χωριού, είχε πεθάνει. Δεν του το είχε πει εξαρχής, ώστε ως μοναχός να μην νιώσει αναγκασμένος να συμμετάσχει στις τελετές. Τώρα, όμως, το χωριό έπρεπε να εκκενωθεί, μιας και η παράδοσή τους έλεγε ότι όταν κάποιος από το χωριό πέθαινε, οι υπόλοιποι κάτοικοι έπρεπε να φύγουν και να αφήσουν μόνο του πτώμα εδώ. Αν δεν το έκαναν αυτό, συμφορές θα έβρισκαν τους χωρικούς.
Ο νεαρός άνδρας του πρότεινε να μείνει μόνος του στο σπίτι αν ήθελε. Ο Μουσό ήταν μοναχός και παράλληλα δεν ήταν μέλος του χωριού, οπότε ο νεαρός άνδρας δεν πίστευε ότι θα κινδύνευε από μία κατάρα όπως οι υπόλοιποι. Ο μοναχός δέχτηκε να μείνει και θα έκανε παράλληλα και τις τελετές ταφής για τον πατέρα του. Δεν φοβόταν ούτε τους δαίμονες ούτε τα δαιμονικά πνεύματα για τα οποία του έλεγε ο γιος του αρχηγού.
Όταν έφυγαν όλοι οι χωρικοί, ο Μουσό γονάτισε δίπλα στο πτώμα του αρχηγού και άρχισε να προσεύχεται. Ξαφνικά, ένιωσε μία παρουσία κοντά του. Προσπάθησε να κουνηθεί αλλά δεν τα κατάφερε. Το σώμα του έμοιαζε να είναι παγωμένο. Τότε, είδε μία άμορφη φιγούρα να μπαίνει στο σπίτι. Ύστερα, σύρθηκε ως το πτώμα και μπροστά στα μάτια του μονάχου άρχισε να το καταβροχθίζει. Μόλις τελείωσε, σύρθηκε πάλι προς τα έξω και εξαφανίστηκε.
Το επόμενο πρωί οι χωρικοί επέστρεψαν και ο Μουσό ενημέρωσε τον νεαρό άνδρα για το τι είχε συμβεί την προηγουμένη νύχτα. Ο γιος του αρχηγού δεν φάνηκε έκπληκτος, μιας και πάντα αυτό γινόταν στα πτώματα του χωριού. Αυτός που έμεινε έκπληκτος με αυτήν την αντίδραση ήταν ο μοναχός. Ρώτησε, λοιπόν, γιατί ο μοναχός που μένει στο ερημητήριο στην κορυφή του λόφου, δεν προσέφερε τις υπηρεσίες του στο χωριό.
Ο νεαρός άνδρας τον κοίταξε μπερδεμένος. Του απάντησε πως δεν υπήρχε κανένα ερημητήριο στην κορυφή του λόφου και πως το χωριό δεν είχε δει μοναχούς για πολλές γενιές...
Ο Μουσό προβληματισμένος έφυγε από το χωριό για να συνεχίσει το ταξίδι του. Αποφάσισε όμως να κάνει μία παράκαμψη και να ξαναπάει στο ερημητήριο. Εκεί, συνάντησε ξανά τον ερημίτη μοναχό. Αυτήν τη φορά ήταν πιο φιλόξενος και κάλεσε τον Μουσό μέσα στο κτίριο. Έπειτα, ο ερημίτης μοναχός ζήτησε την συγχώρηση του Μουσό, διότι του είχε δείξει την αληθινή του μορφή. Ήταν η άμορφη φιγούρα που κατασπάραξε το πτώμα του αρχηγού του χωριού.
Ύστερα, ο ερημίτης μοναχός εξήγησε ότι κάποτε ήταν και ο ίδιος μοναχός και ζούσε στο συγκεκριμένο χωριό. Προσέφερε τις υπηρεσίες του στους χωρικούς, αλλά ενδιαφερόταν περισσότερο για την ανταμοιβή που του έδιναν παρά για το καθήκον που είχε. Επομένως, ποτέ δεν νοιάστηκε για τις ψυχές των νεκρών για τους οποίους προσευχόταν. Για αυτόν τον λόγο, όταν πέθανε ξαναγεννήθηκε ως Jikininki, καταδικασμένος να τρώει αιώνια τα πτώματα των ανθρώπων.
Αφού τελείωσε την αφήγησή του, ο ερημίτης μοναχός παρακάλεσε τον Μουσό να τον ελευθερώσει από τη φρικτή του ύπαρξη. Ο Μουσό, χωρίς να το σκεφτεί, ξεκίνησε μία τελετή (segaki) για να απελευθερώσει το δύστυχο πνεύμα. Μόλις την ολοκλήρωσε, ο ερημίτης μοναχός και το ερημητήριο εξαφανίστηκαν μονομιάς.
Ο Μουσό βρέθηκε να είναι γονατισμένος μέσα στο γρασίδι, στην κορυφή του λόφου. Δίπλα του υπήρχε ο τάφος ενός μοναχού και τα ερείπια ενός ερημητηρίου.