Το πιάνο
Έπαιζε με τις ώρες στο πιάνο. Όταν πατούσε τα πλήκτρα, ένιωθε πως γινόταν ένα με τη μουσική. Τη σημερινή ημέρα είχε ξεπεράσει πραγματικά τον εαυτό της. Το τελευταίο κομμάτι που έπαιζε ήταν όντως υπέροχο.
Μόλις τελείωσε, πήρε μία βαθιά ανάσα και τότε ήταν που άκουσε ένα χειροκρότημα από πίσω της. Γύρισε έντρομη γιατί ήξερε ότι ήταν μόνη της στο δωμάτιο. Δεν είδε όμως κανέναν. Η αναπνοή της έγινε βαριά και η καρδιά της χτυπούσε γρήγορα. Προσπάθησε να ηρεμήσει τον εαυτό της, σκεπτόμενη ότι παράκουσε.
Ξεκίνησε να παίζει πάλι. Άρχισε όμως να νιώθει παράξενα. Οι νότες δεν είχαν την ίδια χροιά με πριν. Τώρα έμοιαζαν απόκοσμες. Φοβισμένη προσπάθησε να σταματήσει και τότε συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε. Συνέχιζε να παίζει χωρίς τη θέλησή τη. Ήταν λες και το ίδιο το πιάνο χρησιμοποιούσε το σώμα της για να παίζει τη μακάβρια μουσική του. Η θερμοκρασία του δωματίου είχε πέσει αισθητά, καθώς έβλεπε τα χνώτα της με κάθε της ανάσα.
Δεν ήξερε για πόση ώρα έπαιζε. Ένιωθε κουρασμένη και τα δάχτυλά της πονούσαν. Ευχόταν μόνο να τελειώσει αυτό το μαρτύριο. Το πιάνο φάνηκε πως εισάκουσε την ευχή της, γιατί μετά από λίγο η μακάβρια μουσική του έφτασε στο τέλος της. Αναστατωμένη απέμεινε να κοιτάζει τα δάχτυλά της που πλέον ήταν πρησμένα.
"Θεσπέσιο!" άκουσε κάποιον να της ψιθυρίζει στο αυτί...